δειγματοκαταγωγός

δειγματοκαταγωγός
δειγμᾰτο-κατᾰγωγός, ,
A official who delivered samples of corn, PStrassb.31.6 (iii A.D.).

Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • δειγματοκαταγωγός — δειγματοκαταγωγός, ο (Α) υπάλληλος τού οποίου έργο είναι η παράδοση δειγμάτων σίτου. [ΕΤΥΜΟΛ. < δείγμα ( ατος) + κατάγω «οδηγώ, φέρνω»] …   Dictionary of Greek

  • δειγματοκαταγωγία — δειγματοκαταγωγία, η (Α) [δειγματοκαταγωγός] η μεταφορά δειγμάτων (κυρίως σταριού) …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”